Ένωση της Κρήτης

ΚΡΗΤΗ, Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ

Η ομιλία του Γεώργιου Καρτσώνη στην εκδήλωση μας στις 12-12-2010 για την Ένωση της Κρήτης

Συγκεντρωθήκαμε απόψε εδώ για να γιορτάσουμε την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα και να τιμήσουμε όλους εκείνους που αγωνίστηκαν για να παραμείνει το νησί ελληνικό.

Όμως εμείς, τα Μέλη της «ΟΜΟΝΟΙΑΣ», νοιώθουμε και μια ξεχωριστή υπερηφάνεια και συγκίνηση γιατί το Σωματείο μας υπήρξε ο συνδετικός κρίκος μεταξύ του νησιού και του ελεύθερου, μικρού τότε, ελληνικού κράτους.

Οι Κρητικοί έβλεπαν πάντα το νησί τους ενταγμένο μέσα στον ευρύτερο ελληνισμό. Θεωρούσαν ότι ήταν το πιο ζωντανό τμήμα του ελληνικού έθνους και γι’ αυτό υπήρχε πάντα άμεσο ενδιαφέρον για την πορεία του.

Για σκεφτείτε ότι στην Κρήτη τραγουδιώνται  ακόμη και σήμερα ακριτικά τραγούδια. Ξέρετε όμως που έδρασαν οι Ακρίτες ; Στην περιοχή της σημερινή Συρίας που ζουν ακόμη πληθυσμοί που αυτοαποκαλούνται «Ελληνο-ορθόδοξοι».

Να εύχεσθε να μην τους ανακαλύψουν οι σημερινοί γραφειοκράτες. Γιατί είναι σίγουρο ότι θα τους αποκαλέσουν Άραβες ή και Τούρκους, όπως αποκαλούν τους Βορειοηπειρώτες, Αλβανούς και τους Πόντιους, Ρώσους.

Κρήτες ήταν και οι τελευταίοι υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης σύμφωνα με την παράδοσή μας. Άλλωστε το μαύρο κεφαλομάντηλο φορέθηκε στην Κρήτη μετά την Άλωση της Πόλης, σαν πένθος.

Από την άλλη μεριά οι υπόλοιποι Έλληνες έβλεπαν την Κρήτη σαν το «διαμάντι του ελληνισμού». Θυμηθείτε μόνο το ποίημα «Ο Κρητικός» του Διονυσίου Σολωμού. Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, στο ξεκίνημα του Μακεδονικού Αγώνα, ζητούσε να του σταλούν για να πολεμήσουν, Κρητικοί. Υπήρξε πάντοτε μια συμπόρευση, μια ώσμωση ανάμεσα στην Κρήτη και τον υπόλοιπο ελληνισμό.

Οι Κρήτες ήταν πάντα μπροστά σε όλους του αγώνες της Ελλάδας και αντίστροφα σε όλους τους κρητικούς αγώνες μετείχαν πάντα εθελοντές από όλο τον ελληνισμό, ελεύθερο ή υπόδουλο. Θυμηθείτε τον Χατζή-Μιχάλη Νταλιάνη τον ηρωικό μαχητή του Φραγκοκάστελλου, τον Δημακόπουλο στο Αρκάδι  και τόσους άλλους.

Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση συνεργασίας δύο κομματιών του υπόδουλου ελληνισμού ήταν η απόδραση του ηγέτη της μεγάλης Κρητικής Επανάστασης του 1866 Παρθένιου Περίδη από τις φυλακές της Τραπεζούντας. Οι σκλαβωμένοι Πόντιοι βοήθησαν τον Περίδη να αποδράσει γιατί γνώριζαν καλά ότι οι Κρητικοί αγωνίζονταν για όλο τον ελληνισμό, δηλαδή και για αυτούς.

Η Κρήτη είχε το θλιβερό προνόμιο να γνωρίσει την πιο άγρια μορφή της Οθωμανικής κυριαρχίας, την σκληρότερη από τα υπόλοιπα μέρη όπου υπήρχε ελληνισμός. Αυτό όμως δεν την εμποδίζει να λάβει μέρος στην Επανάσταση του θρυλικού Δασκαλογιάννη που αγωνίστηκε «για να γενεί η Κρήτη Ρωμιοσύνη» όπως καταγράφει στο επικό ποίημά του ο «Όμηρος της Κρήτης», ο μπάρμπα Παντζελιός.

Ένα ακόμη γεγονός που δείχνει το βαθύ πατριωτικό συναίσθημα των Κρητών είναι το εξής : Οι Κρήτες μαχητές του Δασκαλογιάννη πολέμησαν στην Μάνη λίγο καιρό πριν εξεγερθούν και οι ίδιοι.

Η πιο βαριά μορφή του τουρκικού ζυγού στο νησί υπήρξε η περίοδος ανάμεσα στο 1770 και στο 1821. Ήταν το «μεγάλο σκοτίδι» όπως έλεγε ο λαός. Στην Κρήτη είχαν εγκατασταθεί τρεις Τούρκοι πασάδες, όταν η Πελοπόννησος είχε μόλις έναν, όπως αναφέρει ο Παπαρρηγόπουλος.

Με τις συνθήκες αυτές κανείς λογικός άνθρωπος δεν ήταν δυνατόν να πιστέψει ότι ήταν δυνατόν η Κρήτη να εξεγερθεί το 1821 μαζί με την υπόλοιπη υπόδουλη Ελλάδα. Αλλά ……

«Νοικοκυροί και φρόνιμοι δεν ζουν στον Ψηλορείτη. Οι κουζουλοί την κάνανε αθάνατη την Κρήτη»

Ο Διονύσιος Κόκκινος σημειώνει : ……«Οι θυσίες των Κρητών (το 1821) ήταν αρκετές όχι μόνο για να ελευθερωθεί η Κρήτη αλλά, ολόκληρη η Ελλάδα».

Δυστυχώς, αν και η Κρήτη ελευθερώθηκε στρατιωτικά, έμεινε έξω από τα όρια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους (όπως και η Σάμος).

Οι Μεγάλες Δυνάμεις έβλεπαν πάντα με «πονηρούς σκοπούς» την Κρήτη λόγω της πολύ σπουδαίας γεωπολιτικής θέσης της. Η πολιτική αυτή δεν έχει αλλάξει μέχρι τις μέρες μας. Αυτό ας το λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν μας για όλα όσα ακούγονται κατά καιρούς για την Κρήτη και την θέση της στον κορμό της Ελλάδας.

Βέβαια τόσο οι Μεγάλες Δυνάμεις όσο και οι Τούρκοι, λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο. Και ο ξενοδόχος δεν ήταν άλλος από τον κρητικό λαό, ο οποίος άλλαξε αμέσως το «Ελευθερία ή Θάνατος» που ήταν το σύνθημα της Επανάστασης του 1821 στο «Ένωση ή Θάνατος» που υπήρξε και το σύνθημα όλων των επαναστάσεων που ξέσπασαν αργότερα.

Τότε δημιουργήθηκε το «Κρητικό Ζήτημα» το οποίο υπήρξε πάντοτε επίκαιρο και «ανεβοκατέβαζε κυβερνήσεις», στην Ελλάδα, καθώς οι Κρήτες όπου κι αν ευρίσκοντο, είτε στο νησί είτε στην κυρίως Ελλάδα ζητούσαν την «Ένωση» με τρόπο όχι απλώς επιτακτικό αλλά με τον τρόπο που απαιτούμε κάτι εμείς οι Κρητικοί όταν έχουμε δίκιο. Με τα όπλα.

«Ανηβουλά σου βασιλιά θα πάμε εις την Κρήτη» λένε ο Δείκτης με τον Χάλη στον Όθωνα όταν τους συνιστά ψυχραιμία το 1840.

Εδώ να αναφερθούμε στις οκτώ επαναστάσεις που ξέσπασαν μετά το 1821.

  1. Το Κίνημα στις Μουρνιές (1833).
  2. Η Επανάσταση του 1841 (Η πρώτη ένοπλη Επανάσταση μετά το ’21 όπου πολέμησαν στην Κρήτη και Λάκωνες εθελοντές υπό τον μετέπειτα Πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κουμουνδούρο).
  3. Το κίνημα του Μαυρογένη (1858)
  4. Η Μεγάλη Κρητική Επανάσταση (1866-1869) που κατέληξε στον «οργανικό νόμο».
  5. Η Επανάσταση του 1878 (που είχε ως αποτέλεσμα τη Συνθήκη της Χαλέπας).
  6. Το Κίνημα του 1889
  7. Την Επανάσταση του 1895 (που αποκλήθηκε «τυχερή»)
  8. Τέλος η Επανάσταση του 1897, που έμελε να είναι η όγδοη και τελευταία κατά των Τούρκων.

Στις αρχές του 1897 σφαγές των Τούρκων στα Χανιά και το Ρέθυμνο προκάλεσαν καινούργια εξέγερση με αίτημα τι άλλο ; Την Ένωση.

Στις αρχές του Φλεβάρη αποβιβάζονται στον κάμπο του Κολυμπαρίου, έξω από τα Χανιά, 2.000 περίπου Ελλαδίτες και Κρήτες από την Ελλάδα με επικεφαλής τον στρατηγό Τιμαλέοντα Βάσσο. Το Εκστρατευτικό αυτό Σώμα έρχεται στην Κρήτη ως απελευθερωτικό και κηρύσσει την Ένωση του νησιού με την Ελλάδα.

Ακολουθεί μάχη κοντά στις Βουκολιές όπου οι Έλληνες νίκησαν και έτρεψαν σε φυγή τις τουρκικές δυνάμεις. Εκεί έπεσαν τρεις νέοι ανθυπολοχαγοί του ελληνικού στρατού οι, Δανάλης, Τριγγέτας και Σαράτσογλου. Η μάχη αυτή ήταν η θρυαλλίδα για τον επακολουθήσαντα ελληνο-τουρκικό πόλεμο.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ο οποίος περιόδευε στις επαρχίες της Κρήτης, ξεσηκώνοντας τον κόσμο, σπεύδει στη Μαλάξα, όπου οι συγκεντρωμένοι επαναστάτες τον αναγνωρίζουν ως αρχηγό. Προτείνει έφοδο κατά των Τούρκων συμπράττοντας με τους συγκεντρωμένους επαναστάτες στο Ακρωτήρι.

Έτσι, συγκεντρώνονται στο Ακρωτήρι όπου υψώνεται η ελληνική σημαία την οποία, ο Βενιζέλος παρέλαβε από τον ύπαρχο του θωρηκτού «Ύδρα», Κωνσταντίνο Κανάρη, εγγονό του πυρπολητή. Οι Τούρκοι τότε ζήτησαν την επέμβαση των ξένων δυνάμεων για να διαλυθεί το στρατόπεδο του Ακρωτηρίου.

Ενδιαφέρον έχει να δούμε ποιες ήταν αυτές οι δυνάμεις οι οποίες ήταν έξι τον αριθμό. Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Ρωσία, Αυστρία και Γερμανία. Κάνετε ένα συνειρμό με το σήμερα για να δείτε το ενδιαφέρον όλων αυτών για την Κρήτη. Τα κοράκια πετούσαν για την λεία τους. Αλλά έκαναν λάθος. Η Κρήτη δεν ήταν πτώμα.

Την αρχηγία του συμμαχικού στόλου είχε ο Ιταλός υποναύαρχος Κανεβάρο ο οποίος, κάλεσε τους επαναστάτες να υποστείλουν την σημαία από την κορυφή του Προφήτη Ηλία και να αποχωρήσουν. Η απάντηση που του δόθηκε συντάχθηκε από τον Βενιζέλο και μεταξύ άλλων ανέφερε :

 «…. Έχετε διαταγές, εκτελέστε τις. Η δόξα του βομβαρδισμού θα ανήκει σε μας και το στίγμα του σε σας την πολιτισμένη Ευρώπη… Να η ελληνική σημαία ….. Χτυπήστε την …. Κάθε σφαίρα που θα ρίχνετε θα είναι και ένας χαιρετισμός στη δόξα της …..

Είναι η 9η Φεβρουαρίου του 1897 ώρα 3.30 μετά το μεσημέρι όταν ξεκινά ο βομβαρδισμός του Ακρωτηρίου.

Η ελληνική σημαία χτυπιέται και πέφτει μαζί με τον ιστό της. Αμέσως ο στρατοπεδάρχης Μιχάλης Καλορίζικος διατάσσει να ξαναστηθεί, όπως κι έγινε.

Για δεύτερη φορά η σημαία ξαναπέφτει με κομμένο τον ιστό της και πάλι αναστηλώνεται.

Στον επόμενο κανονιοβολισμό ο ιστός της σημαίας θρυμματίζεται.

Τότε ο αγωνιστής Σπύρος Καγιαλές πετάγεται, αρπάζει τη σημαία με τα χέρια του και την σηκώνει ξανά κάνοντας ιστό το σώμα του.

Ο Κανεβάρο βλέπει με τα κυάλια του τη σκηνή και διατάσσει αμέσως την παύση του βομβαρδισμού. Όπως θα γράψει αργότερα, έμεινε άναυδος από την ηρωική αυτή πράξη.

Την ιστορική αυτή νύχτα ο Βενιζέλος συνέταξε έντονη διαμαρτυρία προς τους ναυάρχους όπου τόνιζε ότι οι επαναστάτες θα κρατήσουν τις θέσεις τους, θυσιαζόμενοι μέχρι ενός.

Ο βομβαρδισμός προκάλεσε βαθειά αίσθηση όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την Ευρώπη. Ο Ξένος Τύπος τον χαρακτήρισε ως «αντι-Ναυαρίνο» και πολλές ξένες προσωπικότητες ύψωσαν την φωνή τους υπέρ των Κρητών.

Ο ατυχής πόλεμος του 1897 σκόρπισε στους Κρήτες απογοήτευση, ιδιαίτερα μετά την αναχώρηση του Εκστρατευτικού Σώματος περί τα τέλη Απριλίου. Το όραμα της Ενώσεως φαίνεται να απομακρύνεται. Τότε ο Βενιζέλος αποδεικνύει τα ηγετικά του προσόντα.

Στις 25 Αυγούστου 1897 απευθύνει έγγραφο στους ναυάρχους όπου μεταξύ άλλων αναφέρει : «….μόνην τελικήν λύσιν του ζητήματος θα αποτελέσει η Ένωσις προς την Ελλάδα ….» και συνεχίζει με την εκπληκτική πολιτική του διορατικότητα : «…… αλλά η πεποίθησις μου δεν με τυφλώνει προς τας υπαγορεύσεις της πρακτικής πολιτικής. Και αφ’ ης το Ελεύθερον Βασίλειον πιεζόμενον εκ της εκβάσεως του ατυχούς πολέμου απέσυρεν εντεύθεν τον στρατόν και ανεγνώρισεν την κρητικήν αυτονομίαν, ουδέποτε έπαυσα φρονών και κηρύττων ότι είμεθα υποχρεωμένοι να προσαρμωσθώμεν προς τας αποφάσεις των Δυνάμεων και να αποδεχθώμεν την υποσχώμενην αυτονομίαν ως νέον σταθμόν προς εκπλήρωσιν του εθνικού ιδεώδους».

Η Τουρκία την κρίσιμη εκείνη ώρα πρότεινε την ανταλλαγή της κατεχόμενης από τους Τούρκους Θεσσαλίας με την Κρήτη. Το γεγονός αυτό δείχνει πόση σημασία έδειχνε και δείχνει η Τουρκία για το νησί.

Να επισημάνουμε ακόμη κάτι που δεν έχει τύχει της προσοχής των ιστορικών. Είναι η συμμετοχή των Κρητών στο θεσσαλικό μέτωπο του ελληνο-τουρκικού πολέμου του 1897.

Ο ιστορικός και βουλευτής Μιχαήλ Αναστασάκης γράφει ότι από τις πρώτες ημέρες του ελληνο-τουρκικού πολέμου ύστερα από πρόταση του Βάσσου προς την Κυβέρνηση θεωρήθηκε σκόπιμη η μεταφορά πολλών χιλιάδων εμπειροπολέμων Κρητών στα θεσσαλικά πεδία.

Αλλά και μετά την αποχώρηση του ελληνικού στρατού από την Κρήτη και την σύναψη ανακωχής με την Τουρκία πολλοί Κρητικοί  αναχωρούσαν για τον Πειραιά αυτοβούλως. Από τον Πειραιά, με την μέριμνα της εδώ παροικίας, ζητούσαν να μεταβούν στο Μέτωπο για να συμπολεμήσουν με τον ελληνικό στρατό στην περίπτωση που επαναλαμβάνονταν οι εχθροπραξίες.

Ο πόλεμος του 1897 υπήρξε άτυχος για την χώρα μας. Ωστόσο, είχε και την θετική του πλευρά. Κι αυτή δεν ήταν άλλη από την αυτονομία της Κρήτης. Η ηρωική στάση των Κρητών σε συνδυασμό με τις τουρκικές ωμότητες έθεσαν το Κρητικό Ζήτημα σε άλλη βάση. Έτσι, υπεγράφη η Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης που αναγνώρισε την Κρήτη αυτόνομη υπό τουρκική επικυριαρχία υπό την εγγύηση Τεσσάρων Προστάτιδων Δυνάμεων, της Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας και Ιταλίας.

Τότε καθιερώθηκε και η Σημαία της Κρητικής Πολιτείας που φέρει τα μισητά τουρκικά σύμβολα. Εδώ θα πρέπει να σταθούμε λίγο και να πούμε ότι ο κρητικός  λαός δεν αποδέχθηκε ποτέ την σημαία αυτή που θύμιζε την πιο βάρβαρη κατοχή της ιστορίας του.

Σημαία της Κρήτης ήταν, είναι και θα είναι η ελληνική. Η σημαία που ύψωσε ο Καγιαλές στο Ακρωτήρι. Η 9ηΦεβρουαρίου θα έπρεπε να είναι η γιορτή της Ελληνικής Σημαίας σε ολόκληρη την Ελλάδα.

Στις 9 Δεκεμβρίου 1898 αποβιβάζεται στο νησί ο Πρίγκηπας Γεώργιος δευτερότοκος γυιός του Βασιλιά Γεωργίου του Α΄ ως Αρμοστής της Κρήτης.  Ο Πρίγκηπας έγινε δεκτός από ολόκληρο τον κρητικό λαό με αισθήματα ενθουσιασμού.  Γρήγορα, όμως, ήρθε σε αντίθεση με τον κρητικό λαό, αφ’ ενός μεν λόγω της χλιαρής αντιμετώπισης του Ζητήματος της Ένωσης το οποίο θα ρύθμιζε εν καιρώ με τον πατέρα του, αφ’ ετέρου λόγω της περιφρόνησης του προς τους δημοκρατικούς θεσμούς. Ίδιον της οικογένειάς του.

«….Μας θεωρεί φελάχους….» έλεγε χαρακτηριστικά ο Ελευθέριος Βενιζέλος.  Έτσι τον Μάρτιο του 1906 ξεσπά η Επανάσταση του Θερίσου με αρχηγούς τον Ελευθέριο Βενιζέλο, Κωνσταντίνο Μάνο και Κωνσταντίνο Φούμη. Κύρια αιτήματα ήταν η αποπομπή του Πρίγκηπα και η Ένωση με την Ελλάδα.

Η «ΟΜΟΝΟΙΑ» τάσσεται με την πλευρά των επαναστατών. Λειτουργεί ως παράρτημα του Θερίσου στην Ελλάδα. Από τότε ξεκινούν οι δεσμοί του Εθνάρχη με την «ΟΜΟΝΟΙΑ» που θα διατηρηθούν άρρηκτοι μέχρι τον θάνατό του.

Ο Βασιλιάς Γεώργιος στέλνει στην Κρήτη τον Νικόλαο Μπουφίδη πρώην Πρόεδρο της Βουλής και παλαιό συνεργάτη του Τρικούπη προκειμένου να εξετάσει την κατάσταση. Ο Μπουφίδης συναντάται και με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος τον πείθει. Ο ίδιος ο Μπουφίδης διηγείται αργότερα : «Όταν επήγα στην Κρήτη νόμιζα ότι θα εύρισκα κάποιον κοινό, κενόδοξο, επαρχιώτη δικηγόρο. Ο Βενιζέλος παρακολουθεί και ξέρει τα ζητήματα της διεθνούς πολιτικής καλύτερα από όλους μας. Επείσθην ότι έχει δίκαιον καθ’ όλην την γραμμήν και εισηγήθην την απομάκρυνσιν του Πρίγκηπος εκ Κρήτης διότι παρά τας αγαθάς προθέσεις του η δράσις του περιβάλλοντός του εζημείωσεν πολύ το Κρητικό Ζήτημα». Ο Πρίγκηπας Γεώργιος τελικά παραιτείται και αντικαθίσταται από τον Αλέξανδρο Ζαΐμη.

Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο πόθος του κρητικού λαού για την Ένωση παραμένει άσβεστος παρά το ότι η Κρητική Πολιτεία ήταν ένα καλά οργανωμένο και συνομούμενο κράτος. Κανείς από τους Κρήτες πολιτικούς δεν ήταν ανθενωτικός. Ούτε ο Πρίγκηπας.

Τον Σεπτέμβριο του 1908 συμβαίνουν δύο σπουδαία γεγονότα στα Βαλκάνια. Η Βουλγαρία ανακηρύσσεται ανεξάρτητο βασίλειο και προσαρτά ταυτόχρονα και την Ανατολική Ρωμυλία, ενώ η Αυστρία προσαρτά την Βοσνία-Ερζεγοβίνη.

Με αφορμή αυτά τα γεγονότα οι Κρητικοί επαναφέρουν για μια ακόμη φορά το αίτημά τους για Ένωση με την Ελλάδα. Στις 22 Σεπτεμβρίου οι Ελευθέριος Βενιζέλος Εμμανουήλ Ξηράς, Χρήστος Πλουμιδάκης και Εμμανουήλ Παπαγιαννάκης καλούν τον κρητικό λαό σε συγκέντρωση που πραγματοποιήθηκε την επομένη 23 Σεπτεμβρίου στα Χανιά στο Πεδίο του Άρεως. Στη συγκέντρωση αυτή εγκρίθηκε ομόφωνα ψήφισμα για την Ένωση.

Ανάλογο ψήφισμα εξέδωσε και η Κυβέρνηση της Κρητικής Πολιτείας που δημοσιεύτηκε στις 24 Σεπτεμβρίου στο «Παράρτημα της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος εν Κρήτη» όπως ονομάστηκε από την ημέρα εκείνη η εφημερίδα της Κρητικής Πολιτείας. Κατόπιν η Κρητική Βουλή επικύρωσε το ψήφισμα και προχώρησε στην κατάργηση της Αρμοστείας του Ζαΐμη.

Στις 25 Σεπτεμβρίου ορκίζονται από τον Επίσκοπο Κυδωνίας και Αποκορώνου τα Μέλη της Κυβερνήσεως που θα διοικούν το νησί στο όνομα του Βασιλιά των Ελλήνων. Καταργήθηκε το Σύνταγμα της Πολιτείας και εισήχθη το Ελληνικό.

Εν τω μεταξύ στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1908 δέκα αξιωματικοί συγκροτούν τον πρώτο πυρήνα του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Το Ιδρυτικό Πρωτόκολλο το οποίο υπέγραψαν τελικά 120 αξιωματικοί αναφέρει αυτολεξεί : «Ο Σύνδεσμος άμα τη επικρατήσει του θα μετακαλέσει εκ Κρήτης όπως του αναθέσει την Κυβέρνησιν, τον χαλύβδινον Κρήτα πολιτευτήν Ελευθέριον Βενιζέλον».

Σε αυτό το διάστημα από την Κρήτη αποχωρούν τα συμμαχικά στρατεύματα εκτός από την περιοχή της Σούδας, στην οποία θα παραμείνουν μέχρι το τέλος.

Οι Κρήτες υποστέλλουν από το Φρούριο Φιρκά, στα Χανιά, τη μισητή σημαία της Κρητικής Πολιτείας και στη θέση της υψώνουν την ελληνική, την γαλανόλευκη.

Οι Τουρκία δεν μένει απαθής. Ζητά από την Κυβέρνηση Θεοτόκη να αποδοκιμάσει τα γεγονότα της Κρήτης. Η τουρκική θρασύτητα έφθασε στο σημείο να αξιώσει όπως η Ελλάδα παραιτηθεί επισήμως από τα δικαιώματά της στην Κρήτη. Διαφορετικά, απειλούσε ότι ο Τούρκος Αρχιστράτηγος της Μακεδονίας Σεφέκτ-Πασάς θα βαδίσει κατά των Αθηνών και θα πιει τον καφέ του στην Ακρόπολη !!!

Η δήλωση αυτή ήταν το καλύτερο δώρο προς τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο που από τότε είδε τα μέλη του να αυξάνουν με καταπληκτικούς ρυθμούς. Η δήλωση του Σεφέκτ-Πασά κέντρισε το ελληνικό φιλότιμο. Και βέβαια η επιθυμία του εκπληρώθηκε. Θα ρωτήσετε πώς ; Ο διάδοχός του ο Ταζίν-Πασάς ήπιε καφέ στην Αθήνα το 1912 ως αιχμάλωτος.

Τότε οι Μεγάλες Δυνάμεις επιδίδουν στην Κυβέρνηση Θεοτόκη διακοίνωση για το Κρητικό Ζήτημα στις 13 Ιουνίου 1909. Ο Θεοτόκης παραιτείται και αναλαμβάνει Πρωθυπουργός ο Δημήτριος Ράλλης.

Εν τω μεταξύ στο Φιρκά εξακολουθεί να κυματίζει η γαλανόλευκη παρά την απόφαση της Κρητικής Κυβέρνησης να συμμορφωθεί στις υποδείξεις των Αθηνών. Ο λόγος είναι απλός. Δεν βρίσκεται κανείς Κρητικός να την κατεβάσει. Οι Χανιώτες ακροβολισμένοι στα γύρω σπίτια φρουρούν ένοπλοι την σημαία τους νύχτα-μέρα.

Η Τουρκία απειλεί με αποστολή του στόλου της στα Χανιά και βέβαια οι τάξεις του Στρατιωτικού Συνδέσμου πυκνώνουν. Ο Πρωθυπουργός Δημήτριος Ράλλης δηλώνει δουλοπρεπέστατα στον Τούρκο πρεσβευτή Ναμπή-μπέη ότι η Ελλάδα δεν επιδιώκει προσάρτηση της Κρήτης. Και φυσικά η Τουρκία γίνεται θρασύτερη.

Στις 5 Αυγούστου 1909 καταπλέει στα Χανιά μοίρα του συμμαχικού στόλου. Στις τρεις τα ξημερώματα της επομένης άγημα ναυτών αποβιβάζεται και κόβει το κοντάρι της σημαίας. Το γεγονός αυτό είναι μοναδικό στα παγκόσμια χρονικά.

Το κοντάρι της σημαίας τεμαχίστηκε στα τέσσερα και Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί και Ρώσοι πήραν από ένα τμήμα. Η σημαία παρέμεινε στο έδαφος μέχρι το πρωί, οπότε τη μάζεψε ο τότε Λιμενάρχης Χανίων Γεώργιος Κουρκούτης.

Η ενέργεια αυτή της αποκοπής του ιστού είναι και η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι στην Αθήνα. Στις 15 Αυγούστου ξεσπά, η Επανάσταση στο Γουδί την οποία αποδέχεται ο ελληνικός λαός. Το παλαιό καθεστώς δεν ανατρέπεται, καταρρέει. Το Κρητικό Ζήτημα έχει συμβάλει ιδιαίτερα στη μεταβολή αυτή.

Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε τη στάση του Στρατηγού Μανουσογιαννάκη, ο οποίος ήταν Υπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση του Ράλλη. Όταν ο Πρωθυπουργός του ζήτησε να χτυπήσει τους επαναστάτες απάντησε : «Πώς είπατε κύριε Πρόεδρε ; Δεν άκουσα» και παραιτήθηκε τη στιγμή εκείνη. Αργότερα, είπε ότι είχε πεισθεί ότι οι επαναστάτες δεν ήταν «σπαθοφόρα παιδαρέλια».

Με δεδομένο ότι ολόκληρος ο στρατός σεβόταν τον Μανουσογιαννάκη θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι θα ήταν δυνατόν να κατασταλεί η επανάσταση «εν τη γεννέση της» αν ο Κρητίκαρος δεν είχε το θάρρος να δει την πραγματικότητα. Το καθεστώς δεν πήγαινε άλλο.

Ο Βενιζέλος καλείται στην Αθήνα στην αρχή ως διαιτητής και κατόπιν ως πρωθυπουργός και αρχηγός του νεοσύστατου Κόμματος των Φιλελευθέρων, το οποίο μεταφυτεύτηκε στην Ελλάδα από την Κρήτη. Έτσι η Ελλάδα έχει πλέον Κρητικό Πρωθυπουργό. Η ανάληψη της κυβέρνησης από τον Βενιζέλο δημιουργεί στους Κρητικούς την πεποίθηση ότι η επίσημη Ένωση είναι γεγονός.

Όμως, οι προστάτιδες δυνάμεις δηλώνουν ότι δεν επιτρέπουν καμία μεταβολή στο καθεστώς της αυτονομίας. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος γνωρίζοντας ότι ο ελληνο-τουρκικός πόλεμος επίκειται συνιστά στους Κρητικούς υπομονή και αρνείται να δεχθεί Κρητικούς πληρεξουσίους στην Ελληνική Βουλή. Δυστυχώς, οι παλαιοκομματικοί του αντίπαλοι τόσο στην Αθήνα όσο και στην Κρήτη βρίσκουν την ευκαιρία να καπηλευτούν το γεγονός.

Έτσι, ενώ το Κόμμα των Φιλελευθέρων σαρώνει στις εκλογές που έγιναν τον Μάρτιο του 1912 στην Ελλάδα, ηττάται στην Κρήτη στις εκλογές που έγιναν την ίδια ημερομηνία. Συγκεκριμένα, στην Κρήτη εξελέγησαν 46 αντί-βενιζελικοί και 23 βενιζελικοί βουλευτές. Εκπληκτικό και μοναδικό γεγονός που δείχνει το πάθος του κρητικού λαού για την Ένωση. Δεν δίστασε να «μαυρίσει» ακόμα και τον μεγάλο Ελευθέριο Βενιζέλο.

Το εμπάργκο των Κρητών βουλευτών από την Βουλή θα τερματιστεί με την έναρξη του ελληνο-τουρκικού πολέμου τον Οκτώβριο του 1912. Τότε ο Βενιζέλος τους καλεί να λάβουν μέρος στην συνεδρίαση της Ελληνικής Βουλής στην οποία έγιναν δεκτοί με φρενίτιδα ενθουσιασμού, όπως σημειώνουν οι εφημερίδες της εποχής.

Το ψήφισμα της Βουλής έλεγε : «Η Ελλάς αποδέχεται όπως του λοιπού υπάρχει εν Κοινοβούλιον διά το Ελληνικόν Βασίλειον και διά την νήσον Κρήτη».

Εδώ βλέπουμε την διπλωματική ιδιοφυία του Βενιζέλου, ο οποίος δεν ήθελε σε καιρό πολέμου να έρθει σε ρήξη με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Στις 12 Οκτωβρίου του 1912 ορίζεται Γενικός Διοικητής Κρήτης ο Στέφανος Δραμούμης πολιτικός αντίπαλος του Βενιζέλου. Άλλη μια λαμπρή χειρονομία του μεγάλου Κρητικού.

Εν τω μεταξύ οι Κρήτες κατατάσσονται αθρόα ως εθελοντές στον ελληνικό στρατό. Υπολογίζεται ότι 10.000 περίπου Κρήτες αγωνίστηκαν στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους.

Να μνημονεύσουμε το Στρατηγό Σαπουτζάκη Διοικητή της Στρατιάς Ηπείρου και τον ηρωικό Στρατηγό Μανουσογιαννάκη.

Τον ήρωα Βουλευτή των Φιλελευθέρων, Κωνσταντίνο Μάνο, συναρχηγό του Βενιζέλου στο Θέρισο. Ο Μάνος πολεμά επικεφαλής Σώματος Κρητών εθελοντών στην Ήπειρο όπου και απελευθερώνει, τη Νικόπολη και τη Μανωλιάδα. Όμως, σκοτώνεται κατά την διάρκεια του ελληνο-βουλγαρικού πολέμου, εκτελώντας αναγνωριστική πτήση με ένα παλαιό αεροπλάνο.

Ακόμη την Κρητική Χωροφυλακή που εξουδετέρωσε τους Βουλγάρους της Θεσσαλονίκης, στην αρχή του ελληνο-βουλγαρικού πολέμου.

Τους Κρήτες Μπιζανομάχους και τέλος το ηρωικό ανεξάρτητο Τάγμα Κρητών, το οποίο είχε Διοικητή τον Γεώργιο Κολοκοτρώνη, εγγονό του θρυλικού Γέρου του Μωριά. Το Τάγμα αυτό αποδεκατίστηκε σε μία από τις φονικότερες μάχες του ελληνο-βουλγαρικού πολέμου, τη μάχη του Υψώματος 1378. Εκεί έπεσε ο διοικητής του και οι περισσότεροι αξιωματικοί του. Μετά την Μάχη το Τάγμα έγινε Λόχος με δύο μόνο αξιωματικούς και 150 άνδρες. Όλοι οι υπόλοιποι ήταν νεκροί ή τραυματίες.

Συγκινητική είναι η αφήγηση του Θ.Πάγκαλου, ο οποίος σημειώνει στα απομνημονεύματά του : «Τα ηρωικά παιδιά της Κρήτης έπεσαν κι ετάφησαν ομού με τον απόγονον του Κολοκοτρώνη παρά τα ορόσημα των παλαιών βουλγαρικών συνόρων και ο τάφος τους θα υπενθυμίζει εις τους Βουλγάρους ότι ουδέποτε θα δυνηθούν να αρπάσουν την ελληνικήν Μακεδονίαν, εφ’ όσον υπάρχει η Ελλάς και η ηρωική κόρη της, η Κρήτη».

Τον Φεβρουάριο του 1913 αποχωρεί από την Σούδα το τελευταίο εναπομείναν αγγλικό τμήμα, το οποίο υποστέλλει και τις συμμαχικές σημαίες και την από λευκοσίδηρο τουρκική σημαία. Ξένα σύμβολα προστασίας ή επικυριαρχίας δεν υπάρχουν πια στο νησί. Το Κρητικό Ζήτημα επιλύθηκε τυπικά μετά την νικηφόρο έκβαση των Βαλκανικών Πολέμων.

Με το άρθρο 4 της Συνθήκης του Λονδίνου στις 30 Μαΐου του 1913 η Τουρκία εξεχώρησε τα δικαιώματά της στην Κρήτη στις Μεγάλες Δυνάμεις. Κατόπιν, με Συνθήκη μεταξύ Ελλάδος-Τουρκίας την 1η Νοεμβρίου 1913 η Τουρκία παραιτήθηκε οριστικά και τελεσίδικα από κάθε κυριαρχικό δικαίωμά της στην Κρήτη.

Η επίσημη ανακήρυξη της Ένωσης έγινε την 1η Δεκεμβρίου του 1913 στα Χανιά παρουσία του Βασιλιά Κωνσταντίνου, του Διαδόχου Γεωργίου, του Πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων.

Η τελετή έγινε στο φρούριο Φιρκά και υψώθηκε η ίδια σημαία που είχε περιμαζέψει και διαφυλάξει ο Κουρκούτης. Η έπαρσή της έγινε από δύο παλαίμαχους αγωνιστές, τον Αναγνώστη Μάντακα και τον Χατζή-Μιχάλη Γιάνναρη.

Την στιγμή που οι ριπές του ανέμου του Κρητικού Πελάγους ξεδίπλωναν την γαλανόλευκη, ουρανομήκεις ζητωκραυγές δονούσαν την ατμόσφαιρα των Χανίων.

Ιδιαίτερα συγκινημένοι ήταν οι γέροντες αγωνιστές των κρητικών αγώνων που είχαν κατακλύσει την προκυμαία του λιμανιού. Με δάκρυα χαράς στα αυλακωμένα από τον χρόνο πρόσωπά τους εσταυροκοπιούντο και ευχαριστούσαν τον Θεό που τους αξίωσε να ζήσουν αυτή την ιερή στιγμή για την οποία αγωνίστηκαν και αυτοί μα και χιλιάδες πρόγονοί τους, οι οποίοι όμως έφυγαν από την ζωή με ένα μεγάλο βάρος, όπως λέει ο ανώνυμος λαϊκός ποιητής :

Αν εζωντάνευε ο Θεός όσους επήρε ο Χάρος

Να δουν τους απογόνους τους θα ‘φευγε ένα βάρος

Το βάρος που τους πλάκωνε κι έσφιγγε την καρδιά τους

Φράγκοι γι Τούρκοι μη γενούν μια μέρα τα παιδιά τους.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΤΣΩΝΗΣ